Ένα φωτεινό πνεύμα του 20ου Αιώνα
Ο 20ος αιώνας ανέδειξε με την επιστημονική και τεχνολογική και τη συνεπαγόμενη κοινωνική πρόοδο πολλές μεγάλες προσωπικότητες - ιδιοφυείς ανθρώπους που διέπρεψαν στον ειδικότερο επιστημονικό, επαγγελματικό, καλλιτεχνικό κτλ. τομέα τους. Μόνο λίγοι ανάμεσά τους είχαν όμως το χάρισμα και την τύχη να δραστηριοποιηθούν και να διαπρέψουν ταυτόχρονα σε διαφορετικούς, άσχετους μεταξύ τους τομείς. 'Ένας από αυτούς ήταν ο Lord Bertrand Earl of Russel ή απλούστερα Sir Bertrand ή, για τους φίλους και θαυμαστές του, Berti Russell. Η σύντομη βιογραφία που ακολουθεί αναδεικνύει μία πορεία αγώνα στις καλές και στις κακές στιγμές του 20ου αιώνα που ολοκληρώθηκε πριν από μερικά χρόνια.
Ο Bertrand Russell γεννήθηκε στις 18 Μαΐου 1872 στο Trelleck/Monmouth της Ουαλίας. Οι γονείς του, John και Kate Amberley, ήταν γνωστοί προοδευτικοί φιλελεύθεροι της βικτωριανής εποχής. Ο παππούς του, Λόρδος John Russell, ήταν εκείνος που επισκέφτηκε το 1814 κατ' εντολή της βρετανικής κυβερνήσεως τον Ναπολέοντα στην εξορία και έγινε αργότερα υπουργός των εξωτερικών και δύο φορές πρωθυπουργός της βασίλισας Βικτωρίας. Αυτός ο παππούς έμεινε στην ιστορία για το Reform Bill - εκλογικό νόμο που περιόριζε τα πολιτικά προνόμια των αριστοκρατών. Το γεννεαλογικό δένδρο του Bertrand Russell είναι ριζωμένο στον ανανεωτισμό των Whigs και ξεκινάει με τον Λόρδο William Russell, ο οποίος εκτελέστηκε το 1683 επειδή πήρε μέρος σε απόπειρα κατά των Stuarts. 'Οταν ο B. Russell ήταν 3 ετών, πέθαναν οι γονείς του και γι' αυτό ανατράφηκε, μαζί με το μεγαλύτερο αδελφό του Frank, από τον παππού και τη γιαγιά του.
Το περιβάλλον, στο οποίο πέρασε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια ήταν μεν εύπορο αλλά απομονωμένο. Ο B. Russell εξελίχθηκε καταρχήν σε ένα εσωστρεφή έφηβο που καταβρόχθιζε βιβλία κάθε είδους, κυρίως φιλοσοφικά. Από γραπτά του των πρώτων νεανικών χρόνων που διασώθηκαν σε διάφορα συρτάρια και ντουλάπια, προκύπτει ότι ο Russell αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό κάθε θρησκευτικό δόγμα, κάτι που δεν ήταν σύνηθες στη συντηρητική βικτωριανή κοινωνία. Δεν πήγε συστηματικά σε πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο σχολείο, αλλά διδάχθηκε τα απαραίτητα από ιδιωτικούς δασκάλους. 'Όταν ήταν 11 χρονών έμαθε από τον αδελφό του την Ευκλείδια Γεωμετρία. 'Όπως έγραψε ο ίδιος αργότερα, εκείνο που τον προβλημάτιζε ήταν η "τυφλή αποδοχή" των αξιωμάτων. Αργότερα αντιμετώπισε τη σημασία τους στα πλαίσια της Μαθηματικής Λογικής.
Στα χρόνια των σπουδών του στο Cambridge (1890-94) γνωρίστηκε με μία παρέα εξ ίσου ευφυών συμφοιτητών του, με τους οποίους είχε, ίσως για πρώτη φορά στη ζωή του, τη δυνατότητα να ανταλλάσσει απόψεις για τη ζωή και την κοινωνία. Διαπίστωσε δε, όπως γράφει ο ίδιος στα απομνημονεύματά του, ότι και η παρέα του είχε όμοιες ιδέες με αυτόν για τα θρησκευτικά και κοινωνικά θέματα της εποχής. Οι καθηγητές παρατηρούσαν ότι ο B. Russell ήταν στα κείμενα και τους λόγους του υπερβολικά σύντομος. Αργότερα εκτιμήθηκε ιδιαίτερα αυτή η ικανότητά του να αναπτύσσει, ακόμα και πολύπλοκα επιστημονικά θέματα, με συντομία στην έκφραση και σαφήνεια στο περιεχόμενο. Το 1894 παντρεύτηκε την Alys Pearsall Smith, παρά τις αντιδράσεις της οικογένειάς του, γιατί η νύφη ήταν γνωστό επαναστατικό πνεύμα, ταγμένη στον αγώνα για τα γυναικεία δικαιώματα. Η αποστολή του Russell σε διπλωματική θέση στο Παρίσι για να διακόψει τη σχέση του με την A.P Smith δεν έφερε το ποθούμενο στην οικογένειά του αποτελέσματα. Ο γάμος αυτός διήρκεσε 16 χρόνια.
Στο Βερολίνο που επισκέφτηκε o Russell το 1894 για να σπουδάσει Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες συνέλαβε την ιδέα, σ' ένα περίπατο στο Tiergarten, όπως έγραψε αργότερα, να συγγράψει δύο σειρές βιβλίων, μία για τη Φιλοσοφία των Φυσικών Επιστημών και μία για Κοινωνικά και Πολιτικά Θέματα. Το 1896 κυκλοφόρησε το βιβλίο του για τη Γερμανική Σοσιαλδημοκρατία.
Η αποφασιστική καμπή στην επιστημονική δραστηριότητά του ήρθε το 1900 σ' ένα διεθνές συνέδριο Φιλοσοφίας στο Παρίσι, όπου γνωρίστηκε με τον Giuseppe Peano, αυθεντία στον τομέα της Λογικής και στη συνέχεια μελέτησε τις δημοσιεύσεις του. 'Όπως έγραψε αργότερα ο Russell, ο Peano "μου άνοιξε τα μάτια για την αναγωγή των Μαθηματικών στη Λογική". Από μία δημοσίευση του Peano κατέληξε ο Russell στο έργο του Gottlob Frege, ο οποίος είχε κάνει σημαντικά βήματα στον τομέα της Μαθηματικής Λογικής και της Θεωρίας των Αριθμών. Το 1903 δημοσιεύει ο Russell το βιβλίο του "The Principles of Mathematics", το οποίο παραμένει και σήμερα σταθμός στην ιστορία των Μαθηματικών. Το 1937, όταν κυκλοφόρησε η δεύτερη έκδοση αυτού του βιβλίου, έγραψε στον πρόλογό του: "Δεν βλέπω κανένα λόγο να τροποποιήσω τη βασική αντίληψή μου ότι Μαθηματικά και Λογική είναι ταυτόσημα".
Για να προκύψει αυτή η ταυτότητα Μαθηματικών και Λογικής, έπρεπε να οικοδομηθεί η Λογική εκ νέου. Για το σκοπό αυτό συνεργάστηκε ο Russell με τον παλιό δάσκαλό του A.N. Whitehead, με τον οποίο παρουσίασε το νέο σύστημα Λογικής στο βιβλίο "Principia Mathematica". Επειδή ο Whitehead είχε σημαντικές διδακτικές υποχρεώσεις, έπεσε ο μεγάλος φόρτος δουλειάς στον Russell. Μεταξύ 1907 και 1910, έγραψε αργότερα ο ίδιος, δούλευε καθημερινά 10-12 ώρες για να ολοκληρώσει το έργο. Ο πρώτος τόμος του κυκλοφόρησε το 1910 και συνέπεσε περίπου με το διαζύγιό του. Μέχρι το 1913 κυκλοφόρησαν και οι επόμενοι δύο τόμοι. Χαρακτηριστικό είναι ότι, επειδή ο εκδοτικός οίκος (Cambridge University Press) εκτιμούσε ως πολύ υψηλό το κόστος εκδόσεως και ελάχιστα τα πιθανά έσοδα, υποχρέωσε τους συγγραφείς να συμμετάσχουν στα έξοδα. 'Έτσι συνέβαλε καθένας τους με 50 λίρες για ένα έργο που απετέλεσε τον προσωρινά τελευταίο σταθμό στην επιστήμη της Λογικής από την εποχή του Αριστοτέλη! Το 1910 ανέλαβε ο Rusell διδασκαλία με πενταετή θητεία στο Trinity College του Cambridge. Το 1912 κυκλοφόρησε το μέχρι σήμερα καλύτερο αγγλόφωνο έργο εισαγωγής στη φιλοσοφία με τίτλο "The Problems of Philosophy".
Παράλληλα με τα Μαθηματικά δεν έλειψαν όμως και άλλες δραστηριότητες του Russell, όπως η δημοσίευση διαφόρων βιβλίων, διαλέξεις σε Πανεπιστήμια πάνω στα τρέχοντα επιστημονικά θέματα, αλλά και για αμφιλεγόμενα κοινωνικά και πολιτικά θέματα της καθημερινής ζωής κ.ά. Ιδιαίτερα σημαντική από αυτές τις παράλληλες δραστηριότητες ήταν η συμμετοχή στον προεκλογικό αγώνα του 1907, ο οποίος είχε για κεντρικό σύνθημα τα εκλογικά δικαιώματα για τις γυναίκες. Για να μην νομιστεί δε ότι επρόκειτο για ακαδημαϊκές διαφωνίες, οι αντίπαλοι της γυναικείας ψήφου κατέβαιναν στις συγκεντρώσεις των υποστηρικτών με ρόπαλα και τσουβάλια γεμάτα με αρουραίους. Την κατάλληλη στιγμή άφηναν ελεύθερους τους αρουραίους που έτρεχαν πανικόβλητοι ανάμεσα στα πόδια των γυναικών και στη συνέχεια κτυπούσαν τους συγκεντρωμένους με τα ρόπαλα. Ο Russell περιγράφει στα απομνημονεύματά του διάφορους ξυλοδαρμούς, στους οποίους αναγκάστηκε να πάρει μέρος. 'Όλες αυτές οι παράλληλες δραστηριότητες έφεραν τον Rusell κοντά σε διάσημες προσωπικότητες, όπως τους Gilbert Murray, D.H. Lawrence, Luwdig Wittgenstein, T.S. Eliot και Joseph Conrad. H σύνδεση του Russell με αυτά τα πρόσωπα ήταν ιδιαίτερα θερμή, αλλά όχι πάντα χωρίς προβλήματα, τα οποία συχνά κυκλοφορούσαν με μορφή ανεκδότων. O T.S. Eliot έγραψε ένα ποίημα, στο οποίο εμφανίζεται ο Russell ως "Mr. Apollinax" σε ένα πάρτι, όπου "ακούγεται το δυνατό γέλιο του ανάμεσα στους θορύβους των κουταλιών του τσαγιού" και "το απόγευμα πέρασε με το στεγνό και παθιασμένο τρόπο του να συζητάει". Ο Eliot, αν και στενός φίλος του B. Russell, δεν προσχώρησε ποτέ στις φιλοσοφικές αντιλήψεις του.
'Ένα κοινωνικά και πολιτικά δραστήριο άτομο, όπως ο Bertrand Russell, δεν ήταν δυνατόν να μείνει ασυγκίνητο μπροστά στο δράμα του α' παγκόσμιου πολέμου. Ενός πολέμου τελείως παράλογου και περιττού, ο οποίος ξεκίνησε για να ικανοποιήσει πρόσκαιρες σκοπιμότητες και να κλείσει λογαριασμούς του προηγούμενου αιώνα, αλλά κατέληξε σε ένα γιγάντιο σφαγείο ανθρώπων και ιδεών. Ο Russell ξεκίνησε εκστρατεία για τα δικαιώματα των αρνητών στρατεύσεως, οι οποίοι απειλούνταν με την ποινή του θανάτου. Το 1916 κυκλοφόρησε ο Ernest Everett, αρνητής στρατεύσεως ο ίδιος, ένα αντιπολεμικό κείμενο. Ο Russell δήλωσε ότι αυτός ο ίδιος ήταν ο συγγραφέας του κειμένου, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε χρηματικό πρόστιμο, αλλά και να απολυθεί από το Trinity College, όπου δίδασκε. O υπερασπιστικός του λόγος στο δικαστήριο αποτελεί και σήμερα ακόμα ένα ύμνο στην ειρήνη και στο δικαίωμα κάθε ανθρώπου να αρνηθεί για λόγους συνειδήσεως να πολεμήσει. Η δημοσίευση αυτού του λόγου απαγορεύτηκε αρχικά στη Μ.Βρετανία, αλλά επετράπη μετά τον πόλεμο. To αμερικάνικο Πανεπιστήμιο Harvard εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία και προσέφερε στον Russell μία θέση καθηγητή. 'Όμως η βρετανική κυβέρνηση αρνήθηκε να του χορηγήσει διαβατήριο. Το 1918 καταδικάστηκε ο Russell σε φυλάκιση 6 μηνών για "προσβολή συμμάχων", επειδή διατύπωσε σε άρθρο του το φόβο ότι τα αμερικανικά στρατεύματα που έφτασαν στην Ευρώπη περί το τέλος του πολέμου, θα χρησιμοποιούνταν για καταστολή εργατικών ταραχών στην Αγγλία και τη Γαλλία. O μεγάλος Μαθηματικός "αξιοποίησε" την παραμονή του στη φυλακή γράφοντας το βιβλίο "Introduction to Mathematical Philosophy" και ξεκινώντας τη συγγραφή του "The Analysis of Mind".
Το 1919 έλαβε ο B. Russell μία επιστολή από τον Luwdig Wittgenstein (τον οποίο γνώριζε ήδη από το 1912 ως μαθητή στο Cambridge), με την οποία τον πληροφορούσε ότι βρισκόταν ως αυστριακός αξιωματικός σε ιταλική αιχμαλωσία. Συνημμένα στο γράμμα του έστελνε δε ένα χειρόγραφό του για σχολιασμό. Επρόκειτο για το περίφημο έργο του Wittgestein "Tractatus logico-philosophicus". Το έργο αυτό δημοσιεύτηκε το 1921.
Το έτος 1920 επισκέπτεται ο Β. Russell με μία ομάδα του βρετανικού εργατικού κόμματος την επαναστατημένη Ρωσία. Ο ενθουσιασμός του για κάθε ανανέωση ήταν μεγάλος, αυτό όμως που συνάντησε δεν τον έκανε ιδιαίτερα αισιόδοξο. Οι κριτικές παρατηρήσεις του για την εικόνα που αποκόμισε κατατέθηκαν στο βιβλίο του "The Practice and Theory of Bolshevism". Μετά την επιστροφή του από τη Ρωσία δέχθηκε μία θέση επισκέπτη καθηγητή στο Πεκίνο, όπου πέρασε εννέα μήνες του έτους 1921. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του χρόνου βρισκόταν όμως στο νοσοκομείο για να συνέλθει από τις αλλεπάλληλες ασθένειες που τον έπληξαν. Σ' αυτό το διάστημα κυκλοφόρησε από Ιάπωνες δημοσιογράφους η φήμη ότι ο Bertrand Russell πέθανε (ήταν ήδη 49 ετών). 'Eτσι, όταν ο μεγάλος φιλόσοφος συνήλθε από την αρρώστια του, είχε το μακάβριο προνόμιο να διαβάσει νεκρολογίες που δημοσίευσαν διάφορες ευρωπαϊκές εφημερίδες για το άτομό του - όχι πάντα ευνοϊκές. Σε διάφορες επιστολές και συζητήσεις του αναφερόταν αργότερα (έζησε σχεδόν 50 χρόνια ακόμα) συχνά σ' αυτές τις νεκρολογίες με χιουμοριστική διάθεση. Η συνοδός του στην Κίνα, Dora Black, έγινε μετά την επιστροφή τους στην Αγγλία η δεύτερη σύζυγός του.
Το 1927 ίδρυσε ο B. Russell ένα ιδιωτικό σχολείο για να υλοποιήσει δικές του ιδέες για την εκπαίδευση. Στο σχολείο αυτό θα πήγαιναν και τα δύο παιδιά του που γεννήθηκαν το 1921 και 1923. Τα χρόνια αυτά που πέρασε ως οικογενειάρχης και σχολάρχης αξιοποίησε ο Russell και για τη συγγραφική του δραστηριότητα. Μεταξύ 1921 και 1931 κυκλοφόρησαν 15 βιβλία του, όλα με παγκόσμια εμβέλεια και με διαφορετικό κάθε φορά θέμα: Από κοινωνικά προβλήματα, μέχρι νέες επιστημονικές αντιλήψεις και φιλοσοφικά θέματα. Μερικοί από τους τίτλους: "The ABC of Atoms", "The ABC of Relativity", "Marriage and Morals", "The Conquest of Happiness". Ενδιάμεσα πραγματοποίησε 4 επισκέψεις για διαλέξεις στις ΗΠΑ. Το 1923 πέθανε ο μεγαλύτερος αδελφός του και ανακηρύχθηκε ο ίδιος αυτοδικαίως Λόρδος. Η πρώτη του παρουσία στη Βουλή των Λόρδων ('Άνω Βουλή) έγινε όμως το 1937, πράγμα που δείχνει ότι ουδόλως τον ενδιέφερε η κληρονομημένη πολιτική θέση αλλά μόνο η νομιμοποιημένη από τη λαϊκή ψήφο. Τα έτη 1922 και 1923 ήταν ανεξάρτητος υποψήφιος του Εργατικού Κόμματος στην εκλογική περιφέρεια του Chelsea. 'Εχασε και τις δύο εκλογές. Το 1935 χώρισε από τη δεύτερη σύζυγό του σε ηλικία 63 ετών.
Η άνοδος του εθνικο-σοσιαλισμού στη Γερμανία οδήγησε τον B.Russell σε νεώτερη δραστηριοποίησή του. 'Έγραφε καυστικά άρθρα ενάντια στο φαινόμενο του φασισμού και ρατσισμού και προέβλεπε ξέσπασμα πολέμου, αν δεν ελέγχονταν ειρηνικά οι αντιθέσεις. Η υπεράσπιση του υπέρτερου αγαθού της ειρήνης τον υποχρέωνε να υποστηρίξει το σύμφωνο του Μονάχου (Chamberlain- Hitler) που αποτελούσε ουσιαστικά υποχώρηση της Δύσης έναντι του Χίτλερ. 'Ένα χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου αντελήφθη ότι κάθε φιλειρηνική προσπάθεια ήταν ασήμαντη μπροστά στη δύναμη των πολεμικών μηχανισμών και στον κίνδυνο που σήμαινε για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό η επικράτηση του ναζισμού.
Με την τρίτη σύζυγό του, Patrica Spencer, πήγε το 1938 στις ΗΠΑ ως καθηγητής σε διάφορα Πανεπιστήμια. Το 1940 του προσφέρθηκε θέση καθηγητή στο City College of New York, θέση η οποία ανακλήθηκε, επειδή θεωρήθηκε ότι η ηθική του B.Russell δεν ταίριαζε με τους στόχους της αμερικάνικης παιδείας! Στη συνέχεια αντιμετώπισε ο μεγάλος φιλόσοφος ένα γενικότερο μποϋκοτάζ από τα Πανεπιστήμια των ΗΠΑ, με αποτέλεσμα να βρεθούν, αυτός και η οικογένειά του, σε δεινή οικονομική κατάσταση, Μία θέση για διδασκαλία της Ιστορίας της Φιλοσοφίας του Barnes Foundation οδήγησε και πάλι σε συγκρούσεις, λόγω του περιεχομένου της διδασκαλίας του. Μετά από δύο χρόνια ακολούθησε απόλυση από τη θέση του καθηγητή και δίκη λόγω πλημμελούς ανταποκρίσεως στα καθήκοντά του. Ο Russell κέρδισε τη δίκη και δημοσίευσε τις παραδόσεις του ως βιβλίο με τίτλο "History of Western Philosophy" που αποτελεί σταθμό στις φιλοσοφικές εκδόσεις του 20ου αιώνα. Το 1944 επέστρεψε, ήδη 72 ετών, στη Μ. Βρετανία και δίδαξε για 5 χρόνια στο Trinity College.
Μετά τη ρίψη της πρώτης ατομική βόμβας στην Ιαπωνία, παρουσιάστηκε ο Russell για άλλη μία φορά στη Βουλή των Λόρδων, μίλησε για την επερχόμενη υδρογονοβόμβα και τάχθηκε ενάντια στους πυρηνικούς εξοπλισμούς. Προπαγάνδιζε μία "παγκόσμια κυβέρνηση" που θα οδηγούσε στην αποτροπή των πολέμων. Οι ΗΠΑ δέχθηκαν την πρότασή του ως Baruch Plan, η Σοβιετική 'Ενωση (Σ.Ε.) την απέρριψε, γιατί δεν είχε ακόμη ατομικά όπλα και θα διαπραγματευόταν από μειονεκτική θέση. Ο Russell συνδύασε την άρνηση αυτή με το δεσποτισμό του σταλινικού καθεστώτος και επετέθη με σφοδρότητα σε δημοσιεύσεις και ομιλίες του κατά της Σ.Ε. Αυτή η τοποθέτησή του αντιμετωπίστηκε ευνοϊκά από τα δυτικά κράτη, τα οποία άρχισαν πλέον να προβάλουν το φιλόσοφο περίπου ως εθνικό ήρωα - από άτομο μειωμένης ηθικής που τον θεωρούσαν μόλις πριν από μερικά χρόνια στις ΗΠΑ και παλαιότερα στη Μ. Βρετανία.
'Όταν απέκτησε και η Σ.Ε. πυρηνικά όπλα και άρχισε ουσιαστικά ο "ψυχρός πόλεμος", οδηγήθηκε ο Russell στο συμπέρασμα ότι μόνο ο πυρηνικός αφοπλισμός θα έσωνε την υφήλιο από την καταστροφή. Η περίπτωση να οδηγηθούμε στην αποκλιμάκωση του κινδύνου πυρηνικού ολοκαυτώματος μέσω της αυτοδιαλύσεως του ενός από τα δύο στρατιωτικά μπλοκ, όπως έγινε 40 χρόνια αργότερα, δεν ήταν ορατή στις αρχές της δεκαετίας του '50. Ο Russell ξεκίνησε το ειρηνιστικό κίνημα ενάντια στους πυρηνικούς εξοπλισμούς, με αποτέλεσμα να γίνει, αφενός και πάλι ο απόβλητος των δυτικών κατεστημένων, αφετέρου ο ήρωας των κομματικά αδέσμευτων προοδευτικών κινημάτων. Στη διεύθυνσή του κατέφθαναν καθημερινά χιλιάδες επιστολές από όλο τον κόσμο, κυρίως από απλούς ανθρώπους, στις περισσότερες από τις οποίες απαντούσε ιδιοχείρως! Τα κείμενα αυτών των επιστολών και οι απαντήσεις του Russell έχουν δημοσιευτεί σε πολλούς τόμους. Σε μία σειρά εκπομπών από το BBC, με τίτλο "Man's Peril", πληροφορούσε το κοινό για τα επιτεύγματα της επιστήμης και τον κίνδυνο από τα πυρηνικά όπλα. Καθ' οδόν σε περιοδεία για διαλέξεις τον πληροφόρησαν ότι του απονεμήθηκε το βραβείο Nobel της Λογοτεχνίας για το έτος 1950 .
Το 1952 χώρισε από την τρίτη σύζυγό του και παντρεύτηκε, σε ηλικία 80 ετών την τέταρτη, Edith Finch, αμερικανίδα συγγραφέα. To 1955 ξεκίνησε για διαλέξεις στην Αυστραλία και τις ΗΠΑ. 'Ήδη από τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας καταπολέμησε με λόγους και δημοσιεύσεις το κλίμα διώξεων και λογοκρισίας που δημιούργησε η κίνηση McCarthy στις ΗΠΑ. Υπερασπίστηκε με τον ίδιο τρόπο τους Rosenberg και, όταν αυτοί εκτελέστηκαν, τον συνεργάτη τους Morton Sobell. Αργότερα ξεκίνησε καμπάνιες για την απελευθέρωση του Ben Barka, του Αντώνη Αμπατιέλου, του Heinz Brandt κ.ά.
Το έτος 1957 βρέθηκε σε αεροπλάνο, το οποίο έπεσε στη θάλασσα περί τα 100 μέτρα από την ακτή της Νορβηγίας. Μερικοί από τους επιβάτες σκοτώθηκαν, ο Russell κολύμπησε μαζί με άλλους επιζώντες στο παγωμένο νερό (85 ετών) και διασώθηκε. Αν και γενικά έδινε την εντύπωση εύθραυστου ανθρώπου, ο Russell επέζησε πολλών βαριών ασθενειών, ανάμεσά τους μερικές πνευμονίες. Σε μεγαλύτερη ηλικία είχε βαρυκοΐα και προβλήματα στην κατάπωση. 'Οταν το 1967, στο αποκορύφωμα των διαμαρτυριών κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, διαδόθηκε ότι έπασχε από γεροντική άνοια, παρουσιάστηκε σε αντιπολεμική εκδήλωση στη Σουηδία (95 ετών) και εντυπωσίασε με τη ζωτικότητά του.
Στα χρόνια μετά την έκρηξη της πρώτης υδρογονοβόμβας εργάστηκε για να δραστηριοποιήσει στο αντιπυρηνικό κίνημα τους κορυφαίους επιστήμονες της εποχής. 'Οσοι υπέγραψαν το σχετικό μανισφέστο, πρώτος εξ αυτών ο Albert Einstein λίγο πριν από το θάνατό του, απετέλεσαν τον πυρήνα της πρώτης συνόδου του Pugwash στη Νέα Σκωτία. Αυτή η κίνηση βρισκόταν σε αρμονία με την πλατωνική αντίληψη του B.Russel για την πολιτική: Μόνο οι "σοφοί" ήταν σε θέση και έπρεπε να αποφασίζουν, λόγω της πολυπλοκότητας των θεμάτων, για τις υποθέσεις της ειρήνης στον κόσμο - αναμφίβολα μία ρομαντική τοποθέτηση που παράβλεπε τον παράγοντα των ποικίλων συμφερόντων και των σκοπιμοτήτων. Ο Russel εξελέγη πρόεδρος αυτής και των επόμενων συνόδων. Στις αρχές της δεκαετίας του '60 πήραν οι φιλειρηνικές-αντιπυρηνικές δραστηριότητες τέτοια έκταση, ώστε να μην είναι πια σε θέση, λόγω και της προχωρημένης ηλικίας του, να ανταπεξέλθει στις τεράστιες υποχρεώσεις. 'Ίδρυσε την "Bertrand Russel Peace Foundation", η οποία ασχολήθηκε κυρίως με προβλήματα των λαών του τρίτου κόσμου.
Την ίδια εποχή ενεργοποιούνται οι Αμερικάνοι όλο και περισσότερο στο Βιετνάμ και ο B. Russell αποτελεί ένα από τους κύριους επώνυμους πολέμιους αυτής της ανάμιξης. Το 1965 αποχωρεί από το Εργατικό Κόμμα της Μ. Βρετανίας λόγω της ανοχής του (πρωθυπουργός ο εργατικός Wilson) έναντι των Αμερικάνων. Το 1967 αρχίζει τη λειτουργία του το Russell Tribunal για εγκλήματα πολέμου στο Βιετνάμ. Οι μαζικές κινητοποιήσεις στη Μ. Βρετανία και στην Ευρώπη γενικότερα κατά του πολέμου στο Βιετνάμ έγιναν σε μεγάλο βαθμό υπό την καθοδήγηση του B. Russell.
Πέθανε σχεδόν αιωνόβιος στις 2 Φεβρουαρίου 1970 στην Ουαλία, όπου και είχε γεννηθεί. 'Άφησε πίσω του πάνω από 70 βιβλία και ένα τεράστιο αριθμό άρθρων, δοκιμίων, σχολίων κτλ. για Μαθηματικά, Φιλοσοφία, Πολιτική κ.ά., καθώς επίσης ένα πλήθος μαθητών και θαυμαστών, συνεχιστών του έργου του. Η συγκεφαλαίωση της ζωής του περιέχεται στο κλείσιμο των απομνημονευμάτων του: "Τρία απλά αλλά υπεράνθρωπα πάθη προσδιόρισαν τη ζωή μου: Η αναζήτηση της αγάπης, η τάση για γνώση και μία ασυγκράτητη συμπόνια για τα πάθη των ανθρώπων. 'Όπως ένας σίφουνας με στριφογύριζαν αυτά τα πάθη, μια από 'δω, μια από 'κει, σε μια απρόβλεπτη διαδρομή μέσα σ' ένα ωκεανό μαρτυρίου, συχνά μέχρι τα τελευταία όρια της απελπισίας."
Τί κάναμε για την ειρήνη (1967)
(Επιστολή στην εφημερίδα «Independent», από την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 1/3/2003)
«Έφτασε η στιγμή να προχωρήσω σε μιαν επισκόπηση όλης μου της ζωής και να αναρωτηθώ αν χρησίμεψε σε κάποιον ωφέλιμο σκοπό ή αν αφιερώθηκε ολικά σε μηδαμινά πράγματα. Δυστυχώς κανείς δεν είναι σε θέση να μου δώσει μιαν απάντηση, γιατί κανείς δεν γνωρίζει το μέλλον. Τα σύγχρονα όπλα μάς δίνουν τη βεβαιότητα ότι ο προσεχής παγκόσμιος πόλεμος θα αφανίσει την ανθρώπινη φυλή. Όποιος ενδιαφέρεται για το μέλλον που μας περιμένει πρέπει επομένως να επιλέξει ανάμεσα στο μηδέν και σε μια κάποια συμφιλίωση, όχι για μία φορά αλλά για όλους τους μελλοντικούς αιώνες, όσο ο ήλιος δεν θα έχει ψυχρανθεί. Οι πολιτικοί μας ωστόσο δεν είναι μαθημένοι σε επιλογές αυτού του τύπου. Όσο και να προσπαθήσουν, ο νους τους ολισθαίνει αθεράπευτα προς τις αίθουσες των δικαστηρίων και τον κόσμο του εγκλήματος. Αν, υποκινούμενος από αβρότητα, ο τελευταίος άνθρωπος προβλέπει τη δολοφονία όλων των ανθρώπων με εξαίρεση τον εαυτό του, όλη η προπαγάνδα υπέρ της εφαρμογής του νόμου φαντάζεται τον αστυνομικό μηχανισμό, τη Σκότλαντ Γιαρντ και τους δικαστές έτοιμους να τον συλλάβουν και να τον τιμωρήσουν. Αλλά τα γεγονότα δεν θα συμβούν με αυτόν τον τρόπο. Πρώτα θα έρθει ο θάνατος όλων των κατοίκων της Νέας Υόρκης ή του Λονδίνου ή του Πεκίνου ή του Τόκιο, έπειτα ο θάνατος θα διαδοθεί βαθμιαία στη χώρα, δηλαδή θα υπάρξει ο λιμός εξαιτίας της κατάρρευσης του εμπορίου και τέλος, με ένα ρόγχο, ένας τρομερός μοναχικός θάνατος πάνω στα βουνά και έπειτα μια αιώνια σιωπή.
Αν οι Μεγάλες Δυνάμεις επιμείνουν στην τωρινή πολιτική, ένα παρόμοιο τέλος είναι αναπόφευκτο. Όταν δύο ή περισσότερες δυνάμεις δεν συμφωνούν, τι μπορούν να κάνουν; Ο Α μπορεί να κάνει παραχωρήσεις στον Β ή ο Β στον Α ή μπορούν να φτάσουν σε ένα συμβιβασμό ή να πολεμήσουν. Αν και οι δύο υποχωρήσουν θεωρούνται λιπόψυχοι. Αν δεν θέλουν να πέσουν πιο χαμηλά στην κλίμακα της ισχύος, πρέπει να παλέψουν ή να βρουν συμμάχους. Επειδή ο αριθμός των εθνών είναι πεπερασμένος, αυτή η διαδικασία φτάνει σύντομα σε ένα τέρμα. Από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου κι έπειτα παρακολουθήσαμε όλα τα στάδια μιας παρόμοιας εξέλιξης...
Ποιο είναι το τωρινό σύστημα; Όταν υπάρχει μια διαμάχη συγκαλείται μια συνδιάσκεψη, τα δύο μέρη συζητούν και φτάνουν σε δυο συμβιβασμούς που επικυρώνονται ο ένας από τη μια και ο άλλος από την άλλη πλευρά. Αν και οι δύο συμβιβασμοί περιλαμβάνουν ρήτρες αφοπλισμού και τα δύο μέρη γνωρίζουν ότι αυτές οι ρήτρες μπορούν να παραβιαστούν. Και έτσι δεν γίνεται τίποτα. Οι μεγάλες δυνάμεις θα 'πρεπε να μάθουν ότι "η ειρήνη αποτελεί για όλους το ύψιστο συμφέρον".
Τι έχει γίνει γι' αυτόν το σκοπό και ποια υπήρξε η δική μου προσωπική συμβολή; Στη δημόσια σφαίρα, στις σχέσεις μεταξύ των κρατών, πολύ λίγα πράγματα έχουν γίνει, αλλά, παρ' όλα αυτά, κάτι είναι κι αυτό. Αν η ειρήνη μπορέσει να διαρκέσει για τα προσεχή 10 χρόνια, είναι ίσως θεμιτό να ελπίζουμε.
Και οι απλοί πολίτες τι μπορούν να κάνουν στο μεταξύ; Μπορούν να κινητοποιηθούν για να καταδείξουν τα αποτελέσματα ενός σύγχρονου πολέμου και τον κίνδυνο του αφανισμού των ανθρώπων. Μπορούν να διδάξουν στους ανθρώπους να μη μισούν τους λαούς που διαφέρουν από το λαό στον οποίο ανήκουν ή να ενεργούν έτσι ώστε και αυτοί να μη μισούνται με τη σειρά τους. Μπορούν να προβάλουν τις κατακτήσεις του ανθρώπου στις τέχνες και τις επιστήμες. Μπορούν να εξάρουν την υπεροχή της συνεργασίας σε σχέση με τον ανταγωνισμό.
Εγώ, τέλος, έχω κάνει κάτι για να προωθήσω αυτούς τους σκοπούς; Ίσως να έχω κάνει κάτι, αλλά πολύ μικρό, αλίμονο, σε σχέση με το μέγεθος του κακού. Στην Αγγλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες ενθάρρυνα μερικούς ανθρώπους να εκφράσουν φιλελεύθερες ιδέες ή και τους τρόμαξα αποκαλύπτοντας τι μπορούν να κάνουν τα σύγχρονα όπλα. Δεν είναι πολλά αυτά που έκανα, αλλά αν όλοι είχαν κάνει άλλα τόσα αυτή η γη θα γινόταν σύντομα ένας παράδεισος.
Σκεφτείτε για μια στιγμή τι είναι ο πλανήτης μας και τι θα μπορούσε να είναι. Τώρα για τους περισσότερους ανθρώπους υπάρχουν μόχθος και πείνα, συνεχείς κίνδυνοι και περισσότερο μίσος παρά αγάπη.
Ο κόσμος μας θα μπορούσε να είναι ένας ευτυχισμένος κόσμος αν η συνεργασία εφαρμοζόταν περισσότερο από τον ανταγωνισμό, αν η μονότονη εργασία γινόταν από μηχανές, αν ό,τι ωραίο υπάρχει στη φύση δεν καταστρεφόταν για να παραχωρήσει τη θέση του σε τρομερές μηχανές που δημιουργήθηκαν μόνο για να σκοτώνουν, αν αυτό που ευνοεί τη χαρά γινόταν περισσότερο σεβαστό από το να μετράμε βουνά από πτώματα. Μην πείτε ότι αυτό είναι αδύνατο. Δεν είναι. Έγκειται μόνο στους ανθρώπους να το προτιμήσουν από το μαρτύριο. Φυλακισμένος μέσα στον καθένα μας υπάρχει ένας καλλιτέχνης. Αφήστε τον ελεύθερο για να σκορπίσει παντού χαρά».
ΠΗΓΗ: ΤΕΙ ΑΘΗΝΩΝ www.teiath.gr